«Υπήρχε ένα υψηλό κύρος που κανείς δεν αμφισβητούσε. Η βράβευση της Ακαδημίας το φώτισε και το «έδειξε» στο Πανελλήνιο. Η Μέριμνα Ποντίων Κυριών ανέβηκε πολύ ψηλά και έχει- δικαιολογημένα -τους προβολείς του πανελληνίου ενδιαφέροντος στραμμένους προς αυτήν…

Όταν τα πνευματικά ιδρύματα μιας χώρας έχουν σωματεία όπως η Μέριμνα Ποντίων Κυριών, στέκονται κι αυτά ψηλότερα, γιατί τιμούν και τιμούνται»

Γαβριήλ Λαμψίδης. Νοέμβρης του 1938

ΔΗΜΟΣ ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ

ΚΕΝΤΡΟ ΣΠΟΥΔΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΔΕΙΞΗΣ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

4 ΣΥΜΠΟΣΙΟ

ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΘΕΣΜΟΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΝΕΩΤΕΡΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ.

Εισηγητές: Σαββίδου Λένα, Λέρας Αχιλλέας, Σαμαράς Ευάγγελος

Θέμα: ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ ΚΥΡΙΩΝ ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΑΣ: « Η ΜΕΡΙΜΝΑ» (1904-1922)

Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2011

Α. ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ



1. Mια σύντομη συνολική εικόνα


Mια συνολική εικόνα για την κοινωνική οργάνωση του υπόδουλου Ελληνισμού του Πόντου την περίοδο της Τουρκοκρατίας, μας παρέχεται   από τον «Κανονισμού της εν Τραπεζούντι Ελληνικής Κοινότητος» όπως αυτός τροποποιήθηκε στις 20 Ιανουαρίου   1880.

Όπως βλέπουμε από τον εν λόγω κανονισμό, τα κύρια χαρακτηριστικά της κοινωνικής οργάνωσης των Ελλήνων του Πόντου κατά την προαναφερθείσα περίοδο, είναι τα εξής: 
1. η τρόπον τινά ανεξάρτητη λειτουργία της κοινότητας, 
2. η αδιαμφισβήτητη ισχυρή θέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, 
3. η δημοκρατική οργάνωση της κοινότητας και  
4. ότι στον Πόντο ομιλούνται και γράφονται δύο γλωσσικά σχήματα: η Ελληνική αστική γλώσσα και η Ποντιακή δημοτική διάλεκτος

2. Tο Χάτι Χουμαγιούν (Ηatt-i Ηumayun) του 1856


2. Tο Χάτι Χουμαγιούν (Ηatt-i Ηumayun) του 1856


(Ο σουλτάνος Αμπούλ Ματζίτ διακηρύσσει το Χάτι Χουμαγιούν ενώπιων, μεταξύ άλλων, και των εκπροσώπων των θρησκευτικών κοινοτήτων. 1856.
Λιθογραφία. Σχέδιο Geniole, χάραξη Vogt. Αθήνα, συλλογή Λ. Εφραίμογλου.)

Το Χάτι Χουμαγιούν (Ηatt-i Ηumayun), [1]  αποτελεί το δεύτερο μείζον μεταρρυθμιστικό διάταγμα. Εκδίδεται  στις 18 Φεβρουαρίου 1856, ενάμιση μήνα πριν υπογραφεί στο Παρίσι η συνθήκη ειρήνης με την οποία τερματίζεται ο Κριμαϊκός πόλεμος και έπειτα από έντονη  πίεση  προς την Πύλη [2] της  Γαλλίας και της Μεγάλης Βρετανίας. Θεωρείται τολμηρότερο διάταγμα αυτού του 1839 [3] γιατί προσδιορίζει  με σαφή τρόπο τα νέα μέτρα που πρέπει να  ληφθούν.
Tο Χάτι Χουμαγιούν δίνει μεγάλη έμφαση στην ισότητα όλων των υπηκόων της Αυτοκρατορίας τόσο σε ζητήματα φορολογίας τους, στη συμμετοχή τους άνευ διακρίσεων στο υπαλληλικό σώμα, σε όλα τα διοικητικά και δικαστικά όργανα, όσο και στην εισαγωγή στις στρατιωτικές σχολές και στην εκπλήρωση της στρατιωτικής θητείας.
Μέσα από το διάταγμα επιβεβαιώνεται η νομιμότητα των μιλιέτ, των πολιτικοθρησκευτικών οργανώσεων των μη Μουσουλμάνων. 

Ως προς τη φορολογία, το διάταγμα επαγγέλλεται την κατάργηση του iltizam και την αντικατάστασή του από ένα σύστημα άμεσης είσπραξης των φόρων. Tέλος, ορίζεται η κωδικοποίηση του ποινικού και του εμπορικού δικαίου και η ίδρυση τραπεζών. Δίνεται η δυνατότητα στους αλλοδαπούς να κατέχουν ακίνητη περιουσία εντός της Aυτοκρατορίας και παρέχονται διευκολύνσεις στην εισαγωγή ευρωπαϊκού κεφαλαίου. Ορίζεται επίσης και η ίδρυση μικτών δικαστηρίων για την εκδίκαση ποινικών και εμπορικών υποθέσεων ανάμεσα σε μουσουλμάνους και μη μουσουλμάνους.
Έτσι το Χατί Χουμαγιούν μέσα από την παραχώρηση των ειδικών αυτών προνομίων, δημιουργεί το νομικό πλαίσιο που άρει σταδιακά το δυσοίωνο κλίμα μεταξύ των υπόδουλων Ελλήνων και στηρίζει την πληθυσμιακή, οικονομική, κοινωνικοπολιτική, θρησκευτική και πνευματική ανάπτυξη τους. Ο ελληνισμός του Πόντου αξιοποιεί στο έπακρο τις δυνατότητες αυτές και εισέρχεται σε μια περίοδο εντυπωσιακής οικονομικής ανάπτυξης, που συμβαδίζει με μια ανάλογου μεγέθους πολιτιστική και μορφωτική ανάπτυξη, που φτάνει μέχρι την έναρξη του Α Παγκοσμίου Πολέμου.

3. Η Τραπεζούντα



3. Η Τραπεζούντα


(Καστρότειχα της Τραπεζούντας. Φωτογραφικό αρχείο Επιτροπής Ποντιακών Μελετών.)

Τραπεζούντα, η καλλίστη των πόλεων, "εν τη εώα πασών αρίστη", "θεόσωστη και θεοσυντήρητη".
Αποικία της Σινώπης από τον 7ο αι. π.Χ, σταυροδρόμι εμπορικών χερσαίων και θαλάσσιων δρόμων, ορμητήριο των βυζαντινών στρατευμάτων, κέντρο διοικητικής περιφέρειας, πυρήνας αυτονομιστικών κινημάτων, πρωτεύουσα μιας αυτοκρατορίας, [4] η πόλη της Τραπεζούντας, διαγράφει μια αδιάκοπη και επίπονη ιστορική πορεία, γεννά αγίους, μάρτυρες, θρυλικούς ήρωες, ένδοξους αυτοκράτορες, σοφούς λογίους. Η καίρια γεωγραφική της θέση - βρίσκεται στην αρχή του δρόμου του μεταξιού και είναι η μοναδική είσοδος από τα νοτιοανατολικά παράλια του Ευξείνου Πόντου στο εσωτερικό της Ασίας προς τη Βαγδάτη και την Περσία –την αναδεικνύει σε σπουδαίο οικονομικό και εμπορικό κέντρο με συνακόλουθη οικιστική και πολιτιστική ανάπτυξη. Στα μέσα του 19 ου αιώνα, είναι το σπουδαιότερο πνευματικό και οικονομικό κέντρο του Ποντιακού Ελληνισμού. Είναι η πρωτεύουσα του βιλαετιού [5] Τραπεζούντος που έχει έκταση: 31.300 τ.χμ και αποτελείται από τέσσερα σαντζάκια: αυτό της Τραπεζούντας, του Τζανίκ (Αμισός), του Λαζιστάν και του Κιουμούς-χανέ.


(Δαφνούντα. Το λιμάνι της Τραπεζούντας. 1901. Φωτογραφικό αρχείο Επιτροπής Ποντιακών Μελετών.)

Ο ελληνικός πληθυσμός της Τραπεζούντας αποτελεί περίπου το ένα τρίτο του συνολικού πληθυσμού της και ασχολείται  κυρίως με το εμπόριο, τις τέχνες και τη ναυσιπλοΐα. Στην Τραπεζούντα οι Μεγάλες Δυνάμεις διατηρούν προξενεία και γραφεία όλες οι ατμοπλοϊκές εταιρείες. Τεράστιοι όγκοι προϊόντων μεταφέρονται με τα καραβάνια μέσω του αμαξιτού δρόμου Τραπεζούντας –Ερζερούμ- Περσίας από το λιμάνι της προς το εσωτερικό της Ασίας και αντίστροφα. Οι Τραπεζούντιοι έμποροι διαθέτουν εμπορικά υποκαταστήματα και πρακτορεία μεταφορών στη Ρωσία, την Περσία, την Κωνσταντινούπολη, τη Μασσαλία, την Αγγλία και σε άλλες μεγάλες πόλεις της Ευρώπης.

( Ο τραπεζίτης Άλκης Καπαγιαννίδης με ανωτέρους υπαλλήλους της τράπεζας του. Φωτογραφικό αρχείο Επιτροπής Ποντιακών Μελετών)
Η Τραπεζούντα μέχρι τον 1869 ελέγχει το 40% του εμπορίου της Περσίας και το διαμετακομιστικό εμπόριο αποφέρει περίπου 200.000.000 φράγκα κέρδος το χρόνο, ενώ όπως αναφέρει ο μητροπολίτης  Τραπεζούντος Χρύσανθος, οι τρεις μεγάλοι τραπεζικοί και εμπορικοί οίκοι Καπαγιαννίδη αδελφών Φωστηρόπουλου και Θεοφυλάκτου-Λεοντίδου δεσπόζουν της όλης οικονομικής ζωής της χώρας μέχρι Βατούμ και Θεοδοσιουπόλεως. Από τις 5 τράπεζες της πόλης οι τρεις ανήκουν σε Ποντίους τραπεζίτες ενώ στις υπόλοιπες δύο των Αθηνών και της Οθωμανικής τράπεζας την πλειοψηφία των μετοχών είχαν οι Έλληνες και οι Αρμένιοι.
                                                            

(Εκδρομή στην Τραπεζούντα. Φωτογραφικό αρχείο επιτροπής Ποντιακών Μελετών)

Η οικονομική ευμάρεια οδηγεί στην αύξηση του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων της Τραπεζούντος και τη δημιουργία αστικής τάξης . Στο σημείο αυτό πρέπει να τονισθεί για την αποφυγή πάσας παρανόησης ότι ο όρος αστική τάξη που χρησιμοποιήθηκε παραπάνω δεν εμπεριέχει το νοητικό σχήμα της αρχής-εξουσίας. Η τάξη  αυτή των εμπόρων, τραπεζιτών κτλ  που προέρχεται από τις μειονότητες και με το καθεστώς των διομολογήσεων δρα στην ουσία ως διεκπεραιωτής του εμπορίου ανάμεσα στην εκβιομηχανιζόμενη Ευρώπη και την υπανάπτυκτη οθωμανική αυτοκρατορία -μιας και οι Ευρωπαίοι ως ξένοι είναι ανεπιθύμητοι - εξαρτιέται οικονομικά από την Δύση  και εσωτερικά  δεν έχει την εύνοια της Πύλης. Έτσι, δεν μπορεί να γίνει σοβαρά λόγος ότι αποτελεί τμήμα της άρχουσας τάξης, αφού στέκει ξεκρέμαστη μέσα στον χώρο άσκησης εξουσίας της Οθωμανικής  επικράτειας. Μπορεί όμως να θεωρηθεί ότι βρίσκεται τρόπον τινά, επικεφαλής της κοινωνικής πυραμίδας των μειονοτήτων.
Το στοιχείο όμως που μας ενδιαφέρει είναι ότι έχουμε μια ανερχόμενη αστική τάξη, πρόθυμη να συνεισφέρει στο κοινωνικό σύνολο. Tο γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την συχνή επαφή των Τραπεζουνταίων με τη Κωσταντινούπολη, την Αθήνα, τη Σμύρνη και την Ευρώπη, οδηγεί σε μια εκπαιδευτική και πνευματική κίνηση με ανοδική πορεία και εντυπωσιακή κατάληξη. Ιδρύονται θρησκευτικά, εκπαιδευτικά και φιλανθρωπικά ιδρύματα και αξιόλογοι επιστήμονες στέλνονταν για ειδίκευση στην Ελλάδα [6] και σε διάφορα πανεπιστήμια της Ευρώπης για να μεταφέρουν  επιστρέφοντας στην πατρίδα, την επιστημονική γνώση.


(  Φροντιστήριο Τραπεζούντας. Φωτογραφικό αρχείο Επιτροπής Ποντιακών Μελετών)

Το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας [7] που είχε ιδρύσει το 1682 ο μεγάλος Τραπεζούντιος δάσκαλος του Γένους Σεβαστός Κυμινήτης [8] παίζει σημαντικό ρόλο στην πνευματική και ηθική ανάπλαση των Ελληνοποντίων και στην ανάπτυξη της εθνικής τους συνείδησης, όπως και η ίδρυση του Τυπογραφείου της πόλης, το 1880.
Πυρήνα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής των Ελλήνων της Τραπεζούντας  κατά τον 19 και στις  αρχές του 20 ου αιώνα αποτελεί η ορθόδοξη Μητρόπολη Τραπεζούντος, η οποία δρα και ως διαμεσολαβητής- διεκπεραιωτής της εξουσίας της Πύλης προς τους υπόδουλους χριστιανούς.  De jure και de facto η εκκλησία είναι η ανώτερη τάξη μέσα στους χριστιανικούς πληθυσμούς και σε αγαστή συνεργασία με την ανερχόμενη αστική τάξη προβαίνει στη δημιουργία ή την ενίσχυση τόσο εκπαιδευτικών όσο και κοινωφελών αλλά και φιλανθρωπικών ιδρυμάτων και συλλόγων, μέσα στο γενικότερο πλαίσιο αλληλεγγύης που διακατέχει την Ποντιακή κοινωνία.

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

4. Η Αλληλεγγύη


     (Φωτογραφικό αρχείο Επιτροπής Ποντιακών Μελετών)
4.1 «τ εμέτερον»
Στην ποντιακή γλώσσα η έννοια της αλληλεγγύης δίνεται μέσα από την αντωνυμία  «τ εμέτερον» που σημαίνει «ο δικός μας»  και δηλώνει τον ομοαίματο και στην πιο σύγχρονη εκδοχή της τον μετέχοντα της ποντιακής κουλτούρας και φέροντα τον Ποντιακό πολιτισμό.  Μέσα της περικλείει την αγάπη αλλά και την υποχρέωση που ο κάθε ένας από εμάς έχει στο «αίμα» του, στη ράτσα του, στη ρίζα του.
Στο ακριτικό τραγούδι του Μονόγιαννε ο ήρωας μας λίγο πριν το τέλος του παρακαλεί τον δράκο:
«Αφ’ σε με Δράκε αφ σε με κατ’ πέντε έξι μέρας,
να πάω ελέπω τ’ εμετέρτς κι έρχουμαι Δράκε τρως με». [9]
Επίσης σε  νεώτερο  δίστιχο  της Ματσούκας, ακούμε:
«Απόψ’ κι οψέ το βράδον, έμπρεμ’ έρθεν ο Χάρον
Τον θάνατον κι’ ενούνιζα τ’ εμετέρτς πως θα χάνω». [10]

4.2 Οι θεσμοί της πολιτικής κάσας και της αργατίας


4.2 Οι θεσμοί της πολιτικής κάσας και της αργατίας


Το αλληλέγγυο πρόσωπο της εκκλησίας αλλά και συνολικά της κοινωνίας του Πόντου μας δίνεται πιο εύκολα μέσα από την μελέτη δύο σχετικών θεσμών: αυτού της πολιτικής κάσας και αυτού της αργατίας.
Για να απαλλαγούν οι άπορες τάξεις της κοινότητας της Τραπεζούντας από τους δυσβάσταχτους φόρους της Πύλης, ξεκινά το 1826 ένα ιδιόρρυθμο φορολογικό σύστημα στο οποίο δίδεται η ονομασία «Πολιτική κάσσα», ενώ κατά τον Μητροπολίτη Χρύσανθο, εμπνευστής του συστήματος αυτού φέρεται ο φιλόπατρις Χατζή Ιορδάνης Τζίλογλης.
Έως τότε βάση για το φορολογικό σύστημα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας αποτελούσε ο αριθμός των οικογενειών και έτσι επιβαρύνονταν ισόποσα οι πλούσιοι και οι φτωχοί.
Με το νέο σύστημα θεσπίζεται ως βάση για τη συλλογή των φόρων, το μέγεθος της περιουσίας και η αμοιβή της εργασίας του φορολογουμένου. Για τη σωστή λειτουργία και την αποφυγή ατασθαλιών τηρούνται βιβλία και για την αναλογικότερη κατανομή των βαρών διαιρείται το Χριστεπώνυμο πλήθος σε τρεις εισοδηματικές τάξεις.
Οι πλουσιότεροι έμποροι υποχρεούνται να συνεισφέρουν τα πλείστα, οι μικρομεσαίοι  λιγότερα και τέλος αυτοί οι οποίοι ανήκουν στις κατώτερες εισοδηματικές τάξεις, δηλαδή οι εργάτες, καθόλου ή ελάχιστα. [11]
Παρόμοια με το θεσμό  της «Πολιτικής κάσσας»  αναπτύσσεται ο θεσμός της «Αργατίας» κυρίως στον αγροτικό και λιγότερο στον αστικό Πόντο.  Η  «Αργατία» είναι η  από κοινού εργασία πολλών ατόμων μαζί για λογαριασμό τρίτου προσώπου, χωρίς όμως μισθό αλλά με δανεικά μεροκάματα και η  ουσία της  σαφώς και  πραγματεύεται νοητικά σχήματα που σχετίζονται με πρώιμες συνεταιριστικές μορφές.

4.3 Κοινωνικοπολιτική προσέγγιση του φαινόμενου της Αλληλεγγύης στον Πόντο



 4.3 Κοινωνικοπολιτική προσέγγιση του φαινόμενου της Αλληλεγγύης στον Πόντο

 1. Κατά πολλούς, είναι ο ίδιος ο τόπος που αναγκάζει τους ανθρώπους του να έρθει κοντύτερα ο ένας στον άλλον και να νοιαστεί να βοηθήσει γιατί κι αυτός θα χρειαστεί το νοιάξιμο και την βοήθεια του συνανθρώπου. Ψηλά, κακοτράχηλα βουνά, μεγάλων εκτάσεων δάση με ψηλά δέντρα, ορμητικά ποτάμια και απάτητες ακτές συνθέτουν ένα επιβλητικό περιβάλλον μπροστά στο οποίο ο άνθρωπος νοιώθει δέος, αισθάνεται ανυπεράσπιστος και στρέφεται προς τον συνάνθρωπο για να το τιθασεύσουν με την δύναμη των πολλών.
2. Με την επικράτηση των μουσουλμάνων στον Οθωμανικό κόσμο γεννιέται το δίπολο Χριστιανός – Μουσουλμάνος το οποίο οδηγεί τον Χριστιανό αφ ενός στη θέση του ραγιά αφετέρου όμως λειτουργεί ως σημείο αναφοράς και ενδυνάμωσης της εθνικής συνείδησης και της κοινωνικής αλληλεγγύης. Ο Πόντιος έχει εθνική ταυτότητα: είναι Έλληνας και Ορθόδοξος Χριστιανός και ως εκ τούτο διαφορετικός από τη πληθυσμιακή μάζα μέσα στην οποία ζει. Η διαφορετικότητα του σε συνδυασμό με το αρνητικό σε βάρος του κοινωνικό κλίμα τον οδηγεί στο να δεθεί με τους ομοαίματους ομόθρησκους του και μέσα από την δύναμη των πολλών να βρει το κουράγιο και τη δύναμη να επιβιώσει και να συνεχίσει τη ράτσα του.
3. Τραντέλλενες ονόμαζαν οι Πόντιοι τη ράτσα τους υποδηλώνοντας με τον τρόπο αυτό την αγάπη και το συναισθηματικό δόσιμο τους στην εκείθε Πατρίδα. Αποκομμένοι με φυσικά αλλά και πολιτικοκοινωνικά εμπόδια από την Μητρόπολη τους, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά της, βρίσκουν στην μεταξύ τους επαφή αυτό που τους λείπει: το αίσθημα της ασφάλειας του δικού σου τόπου. Μεταξύ τους μιλούν την ιδιαίτερη γλώσσα τους που οι αιώνες δεν κατάφεραν να σβήσουν την ελληνικότητα της και αναβιώνουν τα πανάρχαιων ριζών έθιμα τους. Οι στενοί μεταξύ τους δεσμοί συμβολίζουν στο συλλογικό ασυνείδητο τους τον ομφάλιο λώρο που πότε δεν κόπηκε και συνεχίζει να συνδέει την Μάνα με το παιδί. Η αλληλεγγύη σι τ εμετέρς εξασφαλίζει τη διαιώνιση του αίματος και δημιουργεί μια ασφαλή συναισθηματική σφαίρα μέσα στην οποία μπορεί να ζήσει και να ευδοκιμήσει ο Ποντιακός ελληνισμός.
4.4 Η γυναικεία φιλανθρωπία στον Πόντο.
Δεν μπορούμε να μιλάμε για  οργανωμένη γυναικεία φιλανθρωπία στον Πόντο πριν από την ίδρυση της Αδελφότητας Κυριών Τραπεζούντος «η Μέριμνα», μιας και αυτή αποτελεί τον πρώτο γυναικείο σύλλογο σε ολόκληρο τον Πόντο.
Μετά την ίδρυση της όμως έχουμε την ίδρυση τριών άλλων γυναικείων συλλόγων, [12]γεγονός που δείχνει ότι η φυσική ευαισθησία των γυναικών δεν εξέλειπε των Ποντίων κυριών, αλλά ότι λόγοι άλλοι που θα εξετασθούν παρακάτω, ανέστειλαν την συλλογική εκφορά της. Για τα χρόνια πριν από την ίδρυση της Μέριμνας,  υλικό από τη λαογραφία μπορεί να μας δώσει μια εικόνα για το φιλεύσπλαχνο και αλληλέγγυο στον συνάνθρωπο, πνεύμα των Ποντίων γυναικών:
Το Πάσχα για παράδειγμα η Πόντια νοικοκυρά βάφει παραπάνω αυγά και ζυμώνει παραπάνω τσουρέκια γιατί ο κόσμος της είναι γεμάτος από φτωχούς συγγενείς και γείτονες.
Το γιορτινό αναστάσιμο τραπέζι όσο φτωχικό κι αν είναι γίνεται πλουσιότερο με την παράσταση σε αυτό των φίλων, των φιλοξενούμενων και των συγγενών. Ο Αλκιβιάδης Ευθυμιάδης θυμάται: «Δεν είχαμε σούβλες και αρνιά όπως τώρα, φτώχεια είχαμε, Μόνο αν κανένας είχε κότα μεγάλη, την έκοβε το Πάσχα, ή αν είχε κάποιος πρόβατο, κατσίκι ή μεγάλο ζώο, το μαγείρευε και φίλευε συγγενείς και γείτονες.
Από τις διηγήσεις για τα έθιμα της Εμπονέστα, μαθαίνουμε ότι τα φαγητά που περίσσευαν από την προηγούμενη ημέρα της Αποκριάς, τα έδιναν σε φτωχές Τουρκάλες που τριγυρνούσαν στις ελληνικές γειτονιές για τον σκοπό αυτό. Χαρακτηριστική είναι η ερώτηση που απηύθυναν οι Τουρκάλες μόλις αντίκριζαν μια Ελληνίδα νοικοκυρά: « Γειτόνισσα, περισσεύματα - ξεπερισσεύματα δεν έχει; » Και οι ελληνίδες σχολίαζαν μεταξύ τους: «Οσήμερον οι Τουρκάντ  α έχ'νε Μπαϊράμ», δηλαδή: «Σήμερα οι Τουρκάλες θα έχουν πανηγύρι».

Από τις καταγραφές των ταφικών εθίμων βλέπουμε την πενθούσα Πόντια γυναίκα ανήμερα της Κυριακής του Θωμά αφού στρώσει το τραπέζι στο μνήμα, να πηγαίνει το φαγητό σε όλους όσους λόγω αρρώστιας, γήρατος ή εγκυμοσύνης και λοχείας δεν μπορούν να παρευρεθούν.

5. Η θέση της γυναίκας στον Πόντο του 19ου και αρχών του 20ου αιώνα.

5. Η θέση της γυναίκας στον Πόντο του 19ου και αρχών του 20ου αιώνα.

 (Φωτογραφικό αρχείο Επιτροπής Ποντιακών Μελετών)
 
Αν θέλουμε να έχουμε μια πληρέστερη εικόνα των κοινωνικοπολιτικών συνθηκών μέσα στις οποίες γεννήθηκε η  Αδελφότητα Κυριών Τραπεζούντας «Μέριμνα» και κατ επέκταση η συλλογική γυναικεία φιλανθρωπία , οφείλουμε να εξετάσουμε τη θέση της γυναίκας στο δεδομένο χώρο και χρόνο.
Σαφής είναι η διάκριση μεταξύ της γυναίκας του αστικού πόντου και αυτής της υπαίθρου. Στον μη αστικό Πόντο, η γυναίκα  ενώ έχει χρεωμένη την εύρυθμη λειτουργία τόσο του οίκου της όσο και των αγροτικών ασχολιών ( αλμέγ τα χτήναν, σωρεύ τα ξύλα, οράζ τα ζα), [13] δεν έχει κανένα απολύτως δικαίωμα. Ενώ είναι η μάνα, η νοικοκυρά, ο άνθρωπος για όλες τις βαριές εργασίες, εν τούτοις η κοινωνική της θέση είναι σαφώς υποβαθμισμένη: δεν αμείβεται, δεν συμμετέχει στα κοινά, δεν έχει καν δικαίωμα επιλογής τρόπου ζωής.
Τον σύντροφο της, της τον διαλέγουν και της τον επιβάλλουν από μικρή μάλιστα ηλικία.
Πολλά νήπια τα αρραβωνιάζουν με τη «κουνίν το χάραγμαν» δηλ με σημάδι-χάραγμα στην βρεφική τους κούνια και τα παντρεύουν στην ηλικία των δώδεκα περίπου ετών, ηλικία που τα κορίτσια θεωρητικά είναι ικανά να πλέκουν ορτάρια, κάλτσες δηλαδή ως δώρο για τους άντρες τους.
Η γυναίκα είναι το παραπάνω εργατικό χέρι που έχει ανάγκη η αγροτική οικογένεια. Πολλές είναι οι περιπτώσεις που οικογένειες με αγόρια σε παιδική ηλικία να είναι σε ανάγκη εργατικών χεριών και να προβαίνουν σε πάντρεμα τους με μεγαλύτερες κοπέλες. Την εικόνα που μας έδωσε η κυρία Άννα Θεοφυλάκτου, [14] σε σχετική συζήτηση μας τη μεταφέρω σε εσάς: δεκαεπτάχρονες κοπέλες να έχουν στους ώμους τους, τους δωδεκάχρονους συζύγους τους κατά το κλασικό παιδικό παιχνίδι του ανεβάσματος του μικρού παιδιού στους ώμους του γονιού.
Χαρακτηριστικό του τρόπου αντιμετώπισης της γυναίκας στην ανδροκρατούμενη αυτή κοινωνία είναι το λεγόμενο «μας», δηλαδή ο εθιμικός τρόπος συμπεριφοράς της νέας νύφης προς τα άρρενα μέλη της οικογένειας του άντρα της, την πεθερά και τις μεγαλύτερες συννυφάδες. Κύριο χαρακτηριστικό του η «εκούσια αλαλία». Η νέα νύφη δεν επιτρέπεται να απευθύνει τον λόγο στα πεθερικά και τους αδελφούς του αντρός της. Δεν τρώει ποτέ μαζί τους ενώ αυτή τους στρώνει και τους ξεστρώνει το τραπέζι και μέσα στα καθήκοντα της είναι η φροντίδα του πχ το πλύσιμο των ποδιών που συμβολίζει και την υποταγή της.
Στον αστικό Πόντο η γυναίκα ασχολείται μόνον με τα του οίκου της, ή του οίκου της μητέρας της όσον καιρό διαμένει κάτω από την πατρική στέγη. Κι εδώ όμως η γυναίκα είναι ανελεύθερη και από την πατρική εξουσία περνά μέσω του γάμου στην συζυγική κυριαρχία. Οι γάμοι τους γίνονται επίσης σε μικρή ηλικία υπό την επήρεια του φόβου των γονιών τους μην οι Τούρκοι πειράξουν τα κορίτσια τους, κάτι που δεν θα συμβεί αν αυτά είναι παντρεμένα, λόγω του σεβασμού που οι μουσουλμάνοι τρέφουν στο θεσμό του γάμου.  Κοπέλες μόλις 17 ετών θεωρούνται «γεροντοκόρες» και μόνον από ανέλπιστη τύχη μπορούν να ελπίζουν σε αποκατάσταση.


ΦΩΤΟ 10
(Τελειόφοιτες του Παρθεναγωγείου Τραπεζούντος με τον καθηγητή τους Δ. Χρυσουλίδη, Δεκέμβριος 1907 – φωτογραφικό αρχείο Επιτροπής Ποντιακών Μελετών)
Σταδιακή και ενταγμένη στο πλαίσιο της οικονομικής και πνευματικής ανάπτυξης της Ποντιακής κοινότητας είναι και η αλλαγή συμπεριφοράς της προς της γυναίκες. Μέσα από την αίσθηση της κοινωνικής ντροπής της ύπαρξης αναλφάβητων μελών εντός της, η οικογένεια ωθεί τη γυναίκα έξω από το σπίτι για να μορφωθεί.
Το 1901-1902 οι μαθήτριες του Δημοτικού Θήλεων Τραπεζούντος ήταν 576 και την σχολική χρονιά 1902-1903, στο Κεντρικό Παρθεναγωγείο Τραπεζούντος [15] φοιτούσαν 420 ενώ στο αντίστοιχο Οθωμανικό μόλις 55. [16]
Οι κυρίες των πλουσίων αστικών οικογενειών ταξιδεύουν συχνά στην Ευρώπη, στην Κωσταντινούπολη και τη Σμύρνη. [17] Στο γυρισμό τους στην Τραπεζούντα οι αποσκευές τους είναι γεμάτες με νέες εικόνες ζωής. Κάποιες από αυτές τολμούν και να τις υλοποιήσουν:

Β. Η ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΩΝ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΑΣ «ΜΕΡΙΜΝΑ»



1.Ίδρυση «της εν Τραπεζούντι αδελφότητος των κυριών Μερίμνης»

Αρχές του θεαρέστου έτους 1904 και η Τραπεζουνταία  Βασώ Ασλανίδου, θυγατέρα του τραπεζίτη Ηλία Κωσταντινίδη, συλλαμβάνει την ιδέα ίδρυσης αδελφότητας κυριών, η οποία θα παράσχει υλική υποστήριξη  σε ομοεθνής κοπέλες μέσω  εργασίας  κατάλληλης για το φύλλο τους. Την ιδέα της συζητά με κυρίες του κύκλου της που μπορούν να βοηθήσουν στην υλοποίηση της. Αρχικά απευθύνεται στη φίλη της Μελπομένη Κογκαλίδου η οποία την προτρέπει να μιλήσουν στη μητέρα της, γνωστή για τη φιλάνθρωπη δράση της, Δόμνη Καπαγιαννίδου. Η κυρία Καπαγιαννίδου εκφράζεται θετικά στην πρόταση των δύο κυριών και δίνει τις πρώτες πενήντα λίρες για τον κοινό πλέον σκοπό τους, ενώ λίγο αργότερα συντάσσεται μαζί τους και η Ελένη Θεοφυλάκτου με άλλες πενήντα λίρες.


(Οικογένεια Κωστάκη Θεοφύλακτου)

Αργά και μεθοδικά οι κυρίες μαζεύουν το χρειαζούμενο για την ίδρυση της αδελφότητας ποσό και στρατολογούν όλες τις Τραπεζουνταίες κυρίες που θέλουν να βοηθήσουν. Το ποσό, που αγγίζει τις 600 Οθωμανικές λίρες, συγκεντρώνεται από εισφορές τακτικών και μη μελών που διαμένουν στην Τραπεζούντα ή το εξωτερικό, από ευεργέτες, από λαχειοφόρο ομολογία και δωρητές.  Έτσι στις 9 Νοεμβρίου του 1904, 105 χρόνια πριν από τα σήμερα σχεδόν, υπογράφεται ο Κανονισμός ίδρυσης της Αδελφότητος κυριών Τραπεζούντας υπό την αρωγή της Εκκλησίας της Τραπεζούντας και του Μητροπολίτη της Κωνστάντιου.


Στα 35 άρθρα του Κανονισμού γίνεται λεπτομερής αναφορά στον σκοπό και στον τρόπο διοίκησης της αδελφότητας, στα καθήκοντα των μελών του συμβουλίου, στον τρόπο διεξαγωγής των γενικών συνελεύσεων, στους πόρους του σωματείου, στην σφραγίδα του καθώς και στους κανόνες που διέπουν και συντονίζουν την εύρυθμη λειτουργία του εργαστηρίου χειροτεχνίας.
Βασικά σημεία του Κανονισμού του σωματείου είναι:
- η ξεκάθαρη αναφορά στον ιδρυτικό σκοπό, στην παροχή δηλαδή βοηθείας σε Ελληνίδες μέσω προσφοράς εργασίας κατάλληλης για το φύλλο τους
-η επίσης ξεκάθαρη απόφαση ίδρυσης χειροτεχνικού εργαστηρίου μέσω του οποίου πραγματώνεται ο σκοπός
-η άμεση υπαγωγή του σωματείου στη σφαίρα επιρροής της Μητροπόλεως Τραπεζούντας, η οποία μέσω λογιστών της ελέγχει τα οικονομικά βιβλία του . Για την ακρίβεια η Ιερά Μητρόπολη Τραπεζούντας διορίζει δύο ειδικούς λογιστές και τους αναθέτει τον έλεγχο των βιβλίων της Αδελφότητας. Από την πλευρά του το Διοικητικό Συμβούλιο του Σωματείου ως έμπρακτη απόδειξη της διαφάνειας των οικονομικών ενεργειών του, είναι  υποχρεωμένο  να θέτει στη διάθεση των λογιστών την ετήσια οικονομική διαχείριση του. [18]
- επίσης καθίσταται σαφές πως μέλη του Διοικητικού συμβουλίου του Σωματείου μπορούν να γίνουν μόνον οι ύπανδρες κυρίες.

2.Διάθρωση και λειτουργία του Χειροτεχνικού εργαστηρίου.


2.Διάθρωση και λειτουργία του Χειροτεχνικού εργαστηρίου.

Η Μέριμνα έχει το πλεονέκτημα πως έρχεται σε μια εποχή όπου από καιρό ήδη στην Τραπεζούντα λειτουργούν πολλοί σύλλογοι, ιδρύματα και σωματεία  που δραστηριοποιούνται στον τομέα της φιλανθρωπίας . Έτσι ακολουθώντας το πρότυπο λειτουργίας τους , δεν χάνει χρόνο χρονοτριβώντας με  διαθρωτικούς και καταστατικούς πειραματισμούς.  Υποθέτουμε μάλιστα  και από την αρθρογραφία της εποχής αλλά κα από όσα οι ίδιες οι κυρίες αναφέρουν πως έχει δεχθεί τη θετική επίδραση δύο άλλων συλλόγων που κινούνται στον ίδιο χώρο  άλλα σε άλλο τόπο: αυτού της «Φιλοπτώχου αδελφότητος των Κυριών του Πέραν» της Κωσταντινούπολης  και  αυτού της «Αγαθοεργούς Αδελφότητος Κυριών» της Σμύρνης.
Το εργαστήριο Χειροτεχνίας μέσα από το οποίο  κατ ουσίαν προάγεται και ο καταστατικός σκοπός της  διαιρείται σε δύο τμήματα: αυτό του Εργοχείρου - Κεντήματος κι αυτό της Κοπτικής – Ραπτικής και συνολικά φοιτούν σε αυτό 80-85 μαθήτριες κατ έτος.
Οι μαθήτριες των εργαστηρίων που γίνονται δεκτές είναι Ελληνικής καταγωγής και έχουν συμπληρώσει το δέκατο έτος της ηλικίας τους. Για την ακρίβεια στο καταστατικό  γίνεται λόγος για « εργάτιδες»  οι οποίες είναι  «ομοεθνείς και ομόδοξοι άνευ  προστασίας οικογενειακής και έχουσαι ανάγκην αυτοσυντηρήσεως». Σε μετέπειτα αλλαγή των κριτηρίων εισαγωγής των μαθητριών του εργαστηρίου βλέπουμε να προστίθεται το κριτήριο της στοιχειώδους μόρφωσης κι έτσι να γίνονται δεκτές κοπέλες που έχουν τελειώσει  τουλάχιστον την Δ τάξη του Παρθεναγωγείου. Πέραν της  καθ έτους έναρξης του εργαστηρίου μαθήτριες δεν γίνονται δεκτές. Οι κοπέλες μαθαίνουν την τέχνη και παράλληλα εργάζονται και πληρώνονται για την εργασία που προσφέρουν. Μέρος της αμοιβής τους παρακρατείται σε εβδομαδιαία βάση και  τους αποδίδεται στο τέλος του έτους. Οι μαθήτριες που εγκαταλείπουν τη φοίτηση τους στη μέση της χρονιάς δεν δικαιούνται το παρακρατηθέν ποσό. Το μέτρο αυτό εφαρμόζεται για την αποφυγή διαρροής μαθητριών [19]που παρατηρείται κατά τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του εργαστηρίου και αποδεικνύεται  λειτουργικό. Η συνολική φοίτηση διαρκεί έως τα πέντε χρόνια. Εργάζονται έξι ημέρες εβδομαδιαίως. Κυριακές , αργίες και κατά την περίοδο του  θέρους, το εργαστήριο παραμένει κλειστό. Η εργασία των κοριτσιών ξεκινά το πρωί και τελειώνει το βράδυ με διάλλειμα το μεσημέρι για γεύμα. Στις κοπέλες παρέχεται ιατρική περίθαλψη και στις άπορες χορηγούνται δωρεάν και τα φάρμακα. Ακόμη και την ώρα του γάμου τους η Μέριμνα στέκεται δίπλα τους και  φροντίζει για την προίκα τους.
Από το έτος 1911 θεσπίζεται ετήσιος διαγωνισμός στο λευκό κέντημα με  την αρωγή της Αρτεμισίας Σιμώνωφ και της συννυφάδας της. Ο διαγωνισμός λειτουργεί ως κίνητρο για την καλύτερη απόδοση των μαθητριών, μιας και το ποσό του βραβείου δεν είναι  ουδόλως ευτελές όπως μαθαίνουμε από την μαρτυρία της κυρίας Ελένης Πουσουλίδου-Στεφανίδου: «….Το βραβείο μου το έδωσε ο Δεσπότης…. Ήταν ένα πεντόλιρο μέσα σε ένα μεταξωτό μαντήλι» Στη επανάληψη του διαγωνισμού του έτους 1912 στα κριτήρια βράβευσης προστίθεται και το ήθος και η κόσμια διαγωγή των διαγωνιζομένων γεγονός που καταδεικνύει το ενδιαφέρον των Κυριών της Μέριμνας για την ολοκληρωμένη αγωγή των μαθητριών.
Η εποπτεία του Χειροτεχνικού εργαστηρίου ασκείται από τις ίδιες της κυρίες του διοικητικού συμβουλίου αμισθί [20], ουτώς ώστε να έχουν ιδία γνώμη για τα πεπραγμένα και αναλόγως να δρουν εγκαίρως και καταλλήλως. Την επόπτρια κυρία βοηθά έμμισθο προσωπικό από τη θέση της διευθύντριας που έχει χρεωμένη την καθημερινή καλή λειτουργία του εργαστηρίου.
Οι υπόλοιπες κυρίες του διοικητικού συμβουλίου συχνά επισκέπτονται ως έφοροι το εργαστήριο και κατά τρόπο τινά ελέγχουν το εύρυθμο της λειτουργίας του, παρόλο που δεν έχουν την υποχρέωση αυτή.
Η εκμάθηση της Τέχνης του  Εργοχείρου –Κεντήματος και της Κοπτικής Ραπτικής γίνεται από έμμισθες «διδασκάλισσες και εργοδηγούς»
Στο χώρο του εργαστηρίου λειτουργεί Τμήμα Πωλήσεων , στο οποίο προσέρχονται οι πελάτες και εξυπηρετούνται για αγορές ή παραγγελίες τους από την διευθύντρια. Τα προϊόντα που διατίθενται στο εργαστήριο είναι κεντήματα, μαξιλαροθήκες, μανδηλοθήκες, κεντημένα κάδρα  τοίχων, βελούδινες κεντητές παντόφλες, νυφικά, ασπρόρουχα και πολλά άλλα με τα οποία μια νοικοκυρά ντύνει το σπίτι της και ως εκ τούτου αποτελούν μέρος της προίκας της. Για το λόγο αυτό το μεγαλύτερο μέρος των παραγγελιών που δουλεύονται στο εργαστήριο αφορά προίκες κοριτσιών που αγοράζονται από τους γονείς για το χαρμόσυνο γεγονός του γάμου τους.



Πολύ μεγάλο βάρος δίνεται στην υψηλή ποιότητα των παραγομένων προιόντων. Τα υλικά της η Μέριμνα τα προμηθεύεται από εργοστάσια της Αγγλίας και της Ρωσίας, ενώ τα σχέδια της φημίζονται για την «καλαισθησία, φιλοκαλία και ποικιλία» τους. Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την τεχνική αρτιότητα τους,  καθιστούν σε σύντομο χρονικό διάστημα τα προϊόντα του εργαστηρίου της Μέριμνας γνωστά σε ολόκληρο τον Πόντο και στο εξωτερικό με αποτέλεσμα την αύξηση των παραγγελιών και την επιχειρηματική πλέον καταξίωση της Αδελφότητας.

3.Προσωπικότητες


3.Προσωπικότητες

(Χρύσανθος. Μητροπολίτης Τραπεζούντας, μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών.)

Προσωπικότητες που συνδέουν τη ζωή τους με την αδελφότητα  Κυριών Τραπεζούντος είναι οι Μητροπολίτες Τραπεζούντος Κωνστάντιος, Κωσταντίνος (Β)  Αράμπογλου και Χρύσανθος Φιλιππίδης,  οι οποίοι στέκονται αρωγοί και συνοδοιπόροι του έργου της Μερίμνης. Από τις κυρίες ξεχωρίζουν:



 (Δόμνη Αμοιρόγλου – Καπαγιαννίδου)
 
Η Δόμνη Αμοιρόγλου – Καπαγιαννίδου, σύζυγος του επιφανούς τραπεζίτη Γρηγόρη Καπαγιαννίδη, ιδρυτικό μέλος της Μερίμνης και πρώτη πρόεδρος της.  Η κόρη της Μελπομένη Καπαγιαννίδου-Κογκαλίδου, η εγγόνα της Ιφιγένεια Κογκαλίδου-Θεοφυλάκτου, η δισέγγονη της Άννα Θεοφυλάκτου και η κόρη αυτής Ιφιγένεια Πανίδου διατελούν όλες μέλη και πρόεδροι του σωματείου, συνεχιστές μέχρι τα σήμερα του έργου που ξεκίνησε αυτή.

(Ελένη Θεοφυλάκτου)

Η Ελένη Θεοφυλάκτου, σύζυγος του τραπεζίτη Κωστάκη Θεοφύλακτου, ιδρυτικό μέλος της Μερίμνης και δεύτερη πρόεδρος της. Η οικογένεια Κωστάκη Θεοφύλακτου υπήρξε από τις πλουσιότερες οικογένειες του Πόντου με μεγάλη συνεισφορά στα κοινά και στα φιλάνθρωπα έργα. Η Ελένη Θεοφυλάκτου κλείνει τα μάτια της στην Κωσταντινούπολη κατεστραμμένη οικονομικά και εγκαταλελειμμένη 6 χρόνια μετά τον Ξεριζωμό.


(Βασώ Κωσταντινίδου – Ασλανίδου)
Η Βασώ Κωσταντινίδου – Ασλανίδου, κόρη του τραπεζίτη Ηλία Κωσταντινίδη, η συλλάβουσα την ιδέα της ίδρυσης της Μέριμνας, μέλος του πρώτου διοικητικού συμβουλίου της αλλά και επόπτρια του χειροτεχνικού της εργαστηρίου. Η δραστήρια αυτή κυρία κλείνει τα μάτια της στην Αθήνα κατεστραμμένη κι αυτή οικονομικά.




(Αρτεμισία Κωσταντινίδου-Σιμώνωφ)
Η Αρτεμισία Κωσταντινίδου-Σιμώνωφ, αδελφή της Βασώς Κωσταντινίδη και σύζυγος του μεγάλου Κρωμναίου ευεργέτη Ανδρέα Σιμώνωφ υπήρξε η συνεχιστής του έργου του άντρα της και μετά τον θάνατο του. Η κυρία Σιμώνωφ, δραστηριοποιείται υπέρ των Ελλήνων της Ρωσίας προσφέροντας υλική και ηθική βοήθεια αλλά ταυτόχρονα την βρίσκουμε και αρωγό σε πολλά φιλάνθρωπα έργα στον Πόντο. Για την Μέριμνα προσφέρει επί σειρά ετών χρηματικά βραβεία ως έπαθλα στον ετήσιο διαγωνισμό κεντήματος, τον οποίο η ίδια έχει θεσπίσει. Τα ίχνη της χάνονται το 1936, χρονιά εξορίας της στη Σιβηρία.


(Θάλεια  Τριανταφυλλίδου-Σαουλίδου)
Τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στο χθες της Μέριμνας στην Τραπεζούντα και στο σήμερα της στην Ελλάδα αποτελούν οι κυρίες Θάλεια  Τριανταφυλλίδου-Σαουλίδου, Ιφιγένεια Κογκαλίδου – Θεοφυλάκτου και ο   μεγάλος άντρας από την Τσίτη του Πόντου, Θεοφύλακτος Θεοφύλακτος, ιδρυτικά μέλη της «Μέριμνας Ποντίων κυριών Θεσσαλονίκης», του συλλόγου συνεχιστή της πρώτης Μερίμνης, αυτής της Τραπεζούντας. Η επανίδρυση του συλλόγου λαμβάνει χώρα τον Σεπτέμβρη του 1923, στο σπίτι του ζεύγους Θεοφυλάκτου με πρώτη πρόεδρο την κυρία Σαουλίδου,  μετέπειτα τιμημένης και ως  «ΜΑΝΑ»[21]  της Μέριμνας.